ἐνδοξάζομαι
From LSJ
Ἐλευθέρου γάρ ἐστι τἀληθῆ λέγειν → Perhibere vera semper ingenuum decet → Die Wahrheit sagen ist des freien Mannes Art
English (LSJ)
Pass., to be glorified, ἔν τινι LXX Ex.14.4, al., 2 Ep.Thess.1.10, PMag.Leid.W.4.17.
Greek (Liddell-Scott)
ἐνδοξάζομαι: παθ., δοξάζομαι, ἐνδοξασθήσομαι... παρὰ πάντα τὰ ἔθνη Ἑβδ. (Ἔξοδ. ΛΓ΄, 16 κ. ἀλλ.).
Greek Monolingual
ἐνδοξάζομαι (AM)
δοξάζομαι.
Chinese
原文音譯:™ndox£zw 恩-多克沙索
詞類次數:動詞(2)
原文字根:在內-看來好像
字義溯源:加榮於,使榮耀,得榮耀;源自(ἔνδοξος)=有榮耀的);由(ἐν / ἐμμέσῳ / ἐννόμως)*=在,入)與(δόξα)=榮耀)組成,而 (δόξα)出自(δοκέω)*=想)
出現次數:總共(2);帖後(2)
譯字彙編:
1) 可得榮耀(1) 帖後1:12;
2) 得榮耀(1) 帖後1:10