καὶ οὐκ ἔστιν πᾶν πρόσφατον ὑπὸ τὸν ἥλιον → and there's nothing new under the sun (Eccl. 1:9 LXX)
[Seite 863] ιδος, ἡ, fem. zum Vorigen, Theocr. 14, 33.
ἑξαέτις: ιδος adj. f шестилетняя (παρθένος Theocr.).