ἑπτακέφαλος
From LSJ
Ἐκ τῶν πόνων τοι τἀγάθ' αὔξεται βροτοῖς → Crescunt labore cuncta bona mortalibus → Das Gute wächst den Sterblichen aus ihrem Müh'n
English (LSJ)
ἑπτακέφαλον, seven-headed, δράκοντες Dam.Isid.67, cf. Pr.265.
German (Pape)
[Seite 1012] siebenköpfig, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἑπτακέφαλος: -ον, ἔχων ἑπτὰ κεφαλάς, Δαμασκ. ἐν Φωτ. Βιβλ. 340. 9.
Greek Monolingual
ἑπτακέφαλος, -ον (AM)
με επτά κεφάλια («δράκοντες ἑπτακέφαλοι», Μεθόδ.).