ἔνδρατα
From LSJ
Δύναται τὸ πλουτεῖν καὶ φιλανθρώπους ποιεῖν → Animos nonnumquam humanos concinnant opes → Mitunter macht der Reichtum Menschen auch human
English (LSJ)
τὰ ἐνδερόμενα συν τῇ κεφαλῇ καὶ τοῖς ποσί, Hsch.; cf. ἔνδορα. ἐνδριώνας· δρόμος παρθένων ἐν Λακεδαίμονι, Id. (ἐν δριῶνας Mein.). ἔνδροια, written for ἔνδρυα ΙΙ, Id.
Spanish (DGE)
-ων, τά
prob. vísceras sacrificiales envueltas en la piel del propio animal junto a la cabeza y los pies, Hsch., cf. ἐνδέρω, ἔνδορα.
Greek (Liddell-Scott)
ἔνδρατα: «τὰ ἐνδερόμενα σὺν τῇ κεφαλῇ καὶ τοῖς ποσὶ» Ἡσύχ.