ξένῳ δὲ σιγᾶν κρεῖττον ἢ κεκραγέναι → it's better for a stranger to keep silence than to shout (Menander)
ao. poét. de ῥέζω.
ἔρεξα: aor. 1 к ῥέζω.
ἔρεξα: ἀόρ. α΄ τοῦ ῥέζω.
see ῥέζω.
ἔρεξα: αόρ. αʹ του ῥέζω.