ἕνωμα
From LSJ
ἤτοι ἐμοὶ τρεῖς μὲν πολὺ φίλταταί εἰσι πόληες Ἄργός τε Σπάρτη τε καὶ εὐρυάγυια Μυκήνη → The three cities I love best are Argos, Sparta, and Mycenae of the broad streets
English (LSJ)
-ατος, τό, concrete unity, Dam.Pr.53,107 (pl.).
Spanish (DGE)
-ματος, τό
fil. unión concreta de todo, unificación τὸ πάντων συναίρεμα, ἢ, δικαιότερον εἰπεῖν, ἕ. Dam.Pr.53, plu., Dam.Pr.69 (p.98).
Greek Monolingual
το (Α ἕνωμα)
νεοελλ.
ένωση
αρχ.
πραγματική, συγκεκριμένη ενότητα.