ἰχθυοπώλαινα
From LSJ
Σύμβουλος οὐδείς ἐστι βελτίων χρόνου → Consultor homini tempus utilissimus → Kein besserer Berater zeigt sich als die Zeit
English (LSJ)
irreg. fem. of ἰχθυοπώλης, Pherecr.64.
German (Pape)
[Seite 1276] ἡ, Fischhändlerinn, Pherecr. bei Ath. XIII, 612 b.
Greek (Liddell-Scott)
ἰχθυοπώλαινα: ἀνώμαλ. θηλ. τοῦ ἑπομ., γυνὴ πωλοῦσα ἰχθῦς Φερεκρ. ἐν «Ἱπνῷ»1. (Ἀθήν. 612Β).
Greek Monolingual
ἰχθυπώλαινα, ἡ (Α)
βλ. ιχθυοπώλης.