ὀκτάξεστος

From LSJ

κεῖται μὲν γαίῃ φθίμενον δέμας, ἡ δὲ δοθεῖσα ψυχή μοι ναίει δώματ' ἐπουράνια → my body lies mouldering in the ground, but the soul entrusted to me dwells in heavenly abodes

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀκτάξεστος Medium diacritics: ὀκτάξεστος Low diacritics: οκτάξεστος Capitals: ΟΚΤΑΞΕΣΤΟΣ
Transliteration A: oktáxestos Transliteration B: oktaxestos Transliteration C: oktaksestos Beta Code: o)kta/cestos

English (LSJ)

ὀκτάξεστον, containing eight sextarii, POxy.1896.19 (vi A.D.).

Greek Monolingual

ὀκτάξεστος, -ον (Α)
αυτός που περιέχει οκτώ ξέστες, οκτώ σεξταρίους, αρχαία μονάδα μέτρησης στερεών και υγρών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀκτα- (βλ. λ. οκτώ) + ζέστης, μονάδα μετρήσεως υγρών και στερεών].