Χρόνος δ' ἀμαυροῖ πάντα κεἰς λήθην ἄγει → Diesque celat omnia atque oblitterat → Die Zeit verdunkelt alles, gibt's dem Vergessen preis
Menander, Monostichoi, 545German (Pape)
[Seite 353] τό, τρίμμα, eine Brühe von Essig u. Fett; Timocl. com. bei Ath. IX, 385 a; χυμίον, Sotad. ib. VII, 293 (v. 19).
Greek (Liddell-Scott)
ὀξῠλίπᾰρον: (ἐξυπ. τρῖμμα), τό, ἄρτυμα συγκείμενον ἐξ ὄξους καὶ ἐλαίου, Σωτάδης ἐν «Ἐγκλειομέναις» 1. 19, Τιμοκλῆς ἐν «Δακτυλίῳ» 1.