ὀπτιλίασις

From LSJ

Ζήτει γυναῖκα σύμμαχον τῶν πραγμάτων → Quaere adiuvamen rebus uxorem tuis → Als Partnerin im Leben such dir eine Frau

Menander, Monostichoi, 199
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀπτιλίασις Medium diacritics: ὀπτιλίασις Low diacritics: οπτιλίασις Capitals: ΟΠΤΙΛΙΑΣΙΣ
Transliteration A: optilíasis Transliteration B: optiliasis Transliteration C: optiliasis Beta Code: o)ptili/asis

English (LSJ)

ὀφθαλμίασις, Hsch. (ὀπτοιαλίασις cod.): ὀπτιλίας is prob. cj. for ὁ ἐπὶ τηλείας in Id. s.v. λαμόπτης.

Greek (Liddell-Scott)

ὀπτιλίασις: «ὀφθαλμίασις» Ἡσύχ.

Greek Monolingual

ὀπτιλίασις, ἡ (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «ὀφθαλμίασις».
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀπτίλος «μάτι» + κατάλ. -ίασις, δηλωτική ασθενειών» (βλ. λ. -ίαση)].