ὑδροσκοπία

From LSJ

Μὴ λοιδόρει γυναῖκα μηδὲ νουθέτει → Noli increpare neu monere mulierem → Schimpf' eine Frau nicht aus noch weise sie zurecht

Menander, Monostichoi, 353
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑδροσκοπία Medium diacritics: ὑδροσκοπία Low diacritics: υδροσκοπία Capitals: ΥΔΡΟΣΚΟΠΙΑ
Transliteration A: hydroskopía Transliteration B: hydroskopia Transliteration C: ydroskopia Beta Code: u(droskopi/a

English (LSJ)

ἡ,
A water-finding, ib.2.5 tit.
2 = ὑδρολόγιον (water clock), Sch. Ptol.Tetr.90.

Greek Monolingual

η / ὑδροσκοπία, ΝΑ υδροσκόπος
η αναζήτηση και ο καθορισμός της θέσης υπόγειων υδάτινων αποθεμάτων
(αρχ) χρονόμετρο με νερό, ὑδρολογιον.