ὠβάλλετο
From LSJ
ἔστιν δέ που ἡ μὲν ἐπὶ σώμασι γυμναστική, ἡ δ' ἐπὶ ψυχῇ μουσική → I think I am right in saying that we have physical exercise for the body and the arts for the soul
English (LSJ)
διωθεῖτο, Hsch. ὠβάτας· τοὺς φυλέτας, Id. (ὠβάτους cod.); cf. ὠβά.
Greek Monolingual
Α
(κατά τον Ησύχ.) «διωθεῖτο».
[ΕΤΥΜΟΛ. Αν ο τ. έχει παραδοθεί ορθά, πρόκειται πιθ. για σύνθ. του βάλλω με το προθεματικό ὀ- (πρβλ. ὀ-κέλλω, ὀ-τρύνω), από όπου ο τ. ὠβάλλετο, με χρονική αύξηση. Η σύνδεση του τ. με τη λ. ὀβελός δεν θεωρείται πιθανή].