Anonymous

ἐπιτέρπομαι: Difference between revisions

From LSJ
4
(14)
(4)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=(AM [[ἐπιτέρπομαι]]) [[τέρπομαι]]<br /><b>μσν.</b><br /><b>φρ.</b> «[[ἐπιτέρπομαι]] εἴς τι» — [[χαίρω]], ευχαριστιέμαι για [[κάτι]]<br /><b>αρχ.</b><br />ευχαριστιέμαι, [[δοκιμάζω]] [[ευχαρίστηση]], [[χαίρομαι]] («[[ἄλλος]] ἄλλοισιν [[ἀνήρ]] ἐπιτέρπεται ἔργοις», <b>Ομ. Οδ.</b>).
|mltxt=(AM [[ἐπιτέρπομαι]]) [[τέρπομαι]]<br /><b>μσν.</b><br /><b>φρ.</b> «[[ἐπιτέρπομαι]] εἴς τι» — [[χαίρω]], ευχαριστιέμαι για [[κάτι]]<br /><b>αρχ.</b><br />ευχαριστιέμαι, [[δοκιμάζω]] [[ευχαρίστηση]], [[χαίρομαι]] («[[ἄλλος]] ἄλλοισιν [[ἀνήρ]] ἐπιτέρπεται ἔργοις», <b>Ομ. Οδ.</b>).
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἐπιτέρπομαι:''' Παθ., [[χαίρομαι]] ή [[αγαλλιάζω]], ευχαριστιέμαι, με δοτ., σε Ομήρ. Οδ., Ησίοδ.
}}
}}