Μακάριος, ὅστις οὐσίαν καὶ νοῦν ἔχει → Felix, qui mentem cum divitiis possidet → Glückselig, wer Vermögen und Vernunft besitzt
ἀπόπεμψις, διάπεμψις, ἀπόστολος, ἕμα, ἀπόσταλμα, ἀποστολή, ἔκπεμψις, ἐκπομπή, διαποστολή, ἐξαποστολή, διαπομπή, ἄφεμα, διακομιδή, ἀνακομιδή, ἀποκομιδή