οὐ κύριος ὑπὲρ μέδιμνόν ἐστ' ἀνὴρ οὐδεὶς ἔτι → he is no better than a woman, no man is any longer permitted to transact business over the one-bushel limit?
γονιμότης, εὐγονία, εὐκαρπία, εὐτοκία, εὐφορία, καρπογονία, καρποφορία, πολυφορία, χλοῦνις