intrigante
From LSJ
Ὡς ἡδὺ τὸ ζῆν μὴ φθονούσης τῆς τύχης → Quam vita dulce est, fata dum non invident → Wie süß zu leben, wenn das Glück nicht neidisch ist
Spanish > Greek
ἐνεδρευτής, ἐπιβουλευτικός, ἀλλοτριοεπίσκοπος, ἐνεδρευτικός, ἐνεδρευτός, ἀγχίνοος