δυσφορέω περὶ τὰς ἀναστάσιας → feel ill on getting up
hire: Ar. and P. μισθοῦσθαι.
let out on hire: Ar. and P. μισθοῦν.
P. μίσθωσις, ἡ.
bond: P. συγγραφή, ἡ.