perfección
From LSJ
μέτρον γὰρ τοῦ βίου τὸ καλόν, οὐ τὸ τοῦ χρόνου μῆκος → for life's measure is its beauty not its length (Plutarch, Consolatio ad Apollonium 111.D.4)
Spanish > Greek
ἀκατάσκεπτος, εἰλικρίνεια, ἄνυσις, ἀτρεψία, ἀκρότης, αὐτοτελειότης, ἐντέλεια, τὸ ἀνεπίληπτον