Νόμων ἔχεσθαι (Νόμοις ἕπεσθαι) πάντα δεῖ τὸν σώφρονα → Legibus haerere sapiens debet firmiter → Dem Klugen ist Gesetzestreue stete Pflicht
disease: P. and V. νόσος, ἡ, νόσημα, τό, λοιμός, ὁ.
Met., bane: P. and V. κακόν, τό, V. δήλημα, τό, πῆμα, τό; see scourge.
of a person: P. and V. λυμεών, ὁ, V. πῆμα, τό, ἄτη, ἡ, λῦμα, τό, Ar. and P. ὄλεθρος, ὁ; see curse.