Πυθίη

From LSJ

ὥστε πλείους ἢ χιλίας ἱεροδούλους ἐκέκτητο ἑταίρας → it owned more than a thousand temple-slaves, courtesans

Source

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

Πυθίη Ion. voor Πυθία.

Russian (Dvoretsky)

Πῡθίη: ἡ ион. = Πῡθία.