αεραποθήκη

From LSJ

Λογισμός ἐστι φάρμακον λύπης μόνος → Ratio remedium est unum maestitudinis → Vernunft allein heilt Menschen von der Traurigkeit

Menander, Monostichoi, 315

Greek Monolingual

η τεχνολ.
δεξαμενή αποθηκεύσεως αέρα για βιομηχανική ή άλλη χρήση (π.χ. στα υποβρύχια). Ειδική περίπτωση μικρής αεραποθήκης είναι η αεροφιάλη.