Οὐκ ἔστιν εὑρεῖν βίον ἄλυπον οὐδενός → Vacuam invenire non datur vitam malis → Kein Leben lässt sich finden frei von jedem Leid
αἰθαλώδης, -ες (Α) αἰθάληο γεμάτος καπνιά, μαυρισμένος, καπνισμένος.