καὶ κεραμεὺς κεραμεῖ κοτέει καὶ τέκτονι τέκτων, καὶ πτωχὸς πτωχῷ φθονέει καὶ ἀοιδὸς ἀοιδῷ → and potter is ill-disposed to potter, and carpenter to carpenter, and the beggar is envious of the beggar, the singer of the singer
η1. αγρός, μέσα στον οποίο βρίσκεται αλώνι2. χώρος μέσα στο αλώνι, όπου συγκεντρώνονται τα άχυρα από το αλώνισμα3. χώρος γύρω από το αλώνι.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αλωνίζω + παραγ. κατάλ. -τρα].