ανακύκληση

From LSJ

μεγάλα ταῖς ἐλπίσι περινοέωcherish great anticipations, form great projects

Source

Greek Monolingual

η (Α ἀνακύκλησις) [ἀνακυκλῶ (Ι)]
επιστροφή στην αρχή μετά από κυκλική πορεία, συνεχής επαναφορά, περιοδική επάνοδος.