ανθεμίς

From LSJ

Μετὰ τὴν δόσιν τάχιστα γηράσκει χάρις → Post munera cito consenescit gratia → Gleich nach der Gabe altert äußerst schnell der Dank

Menander, Monostichoi, 347

Greek Monolingual

η (ΑΝ) άνθεμον
ονομασία για πολλά ποώδη φυτά (οικ. Σύνθετα), αγριοχαμομήλι, μαργαρίτα
μσν.
αμάρακος, ματζουράνα
αρχ.
(γενικά) το άνθος.