ανθοφορώ
From LSJ
Φιλίας δοκιμαστήριον ὁ χωρισμὸς φίλων → Probas amicum, ab eo si longe absies → Der Freundschaft Probe ist die Trennung von dem Freund
Greek Monolingual
(AM ἀνθοφορῶ, -έω)
1. (για φυτά) παράγω, βγάζω άνθη
2. είμαι στολισμένος με άνθη
3. κρατώ άνθη για κάποια τελετή
αρχ.
1. (για τις μέλισσες) παίρνω το μέλι από τα λουλούδια
2. είμαι ανθοφόρος, προσκομίζω ως ιέρεια λουλούδια στους θεούς
3. είμαι άσεμνος, προκλητικός (σαν πόρνη ντυμένη με ζωηρόχρωμα ρούχα).