αντίστιξη

From LSJ

ἔτλην δ' οἷ' οὔ πώ τις ἐπιχθόνιος βροτὸς ἄλλος → I have endured as much as no other mortal

Source

Greek Monolingual

η
η τέχνη του να συνδυάζονται σε ταυτόχρονο άκουσμα μελωδικές γραμμές διαφορετικές (μεταξύ τους) μέσα σε μια μουσική σύνθεση.