απαξία

From LSJ

Ῥύου δὲ σαυτὸν παντὸς ἐκ φαύλου τρόπου → Ex omni more malefico tete eruas → Bewahre dich vor jeder üblen Lebensart

Menander, Monostichoi, 473

Greek Monolingual

η (Α ἀπαξία)
ηθικός ξεπεσμός, έλλειψη ηθικής αξίας
νεοελλ.
Φιλοσ. το αντίθετο της ηθικής αξίας.