German (Pape)
[Seite 396] ion. = αὐθιγενής.
French (Bailly abrégé)
ion. c. αὐθιγενής.
Russian (Dvoretsky)
αὐτιγενής: ион. Her. = αὐθιγενής I.
Greek (Liddell-Scott)
αὐτιγενής: -ές, Ἰων. ἀντὶ αὐθιγενής.
Greek Monotonic
αὐτιγενής: -ές, Ιων. αντί αὐθι-γενής.