γαϊδουρομούλαρο

From LSJ

Βίος βίου δεόμενος οὐκ ἔστιν βίος → Non est vitalis vita victus indigens → Kein Leben ist ein Leben ohne Unterhalt

Menander, Monostichoi, 74

Greek Monolingual

το
1. μουλάρι γεννημένο από γαΐδούρα και (αρσενικό) άλογο
2. πληθ. τα γαϊδουρομούλαρα
γαϊδούρια και μουλάρια.