Ἀλλ' ὑπ' ἐλπίδων ἄνδρας τὸ κέρδος πολλάκις διώλεσεν → But the profit-motive has destroyed many people in their hope for gain
το (AM δερμάτιον)νεοελλ.1. δέρμα ζώου, το τομάρι («είχεν κι απάνω στ' άρματα βαλμένο 'να δερμάτι», Ερωτ.)2. ασκός από δέρμα ζώουαρχ.1. μικρό και λεπτό δέρμα2. κομμάτι από δέρμα.