Ἀδικία ἕξις ὑπεροπτικὴ νόμων → Injustice: the state of despising the laws
-η, -ο1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον δεύτερο κλάδο ή στη δεύτερη βλάστηση2. ο δευτερότοκος.