Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος ἰσχυρός, Ἅγιος ἀθάνατος, ἐλέησον ἡμᾶς → holy God, holy Mighty, holy Immortal, have mercy on us
διακροτῶ (-έω) (AM)μσν.διακηρύττωαρχ.1. γαμώ2. αναλύω στα συνθετικά μέρη3. διασπώ τα δεσμά.