Τὰ μικρὰ κέρδη ζημίας μεγάλας (μείζονας βλάβας) φέρει → Minora noxas lucra maiores ferunt → Die kleinen Ränke tragen große Strafe ein
(Α διαπεραιῶ, -όω)
1. διαπορθμεύω, μεταφέρω στο απέναντι μέρος
2. διακομίζω από τη μια όχθη στην απέναντι
αρχ.
1. διαβαίνω, περνώ
2. φρ. «διεπεραιώθη ξίφη» — τα ξίφη βγήκαν απ' τις θήκες τους.