διεξιών

From LSJ

εἰ μὴ μάλα γέ τινες ὀλίγοι ὧν ἐγὼ ἐντετύχηκα → apart from a very few whom I've met

Source

French (Bailly abrégé)

part. prés. de διέξειμι.

Russian (Dvoretsky)

διεξιών: οῦσα, όν part. praes. к διέξειμι.