διιτρεφής

From LSJ

Ἐρωτώμενος διὰ τί ὀλίγους ἔχει μαθητάς, ἔφη ὅτι ἀργυρέᾳ αὐτοὺς ἐκβάλλω ῥάβδῳ → When asked why he had so few pupils, he replied ‘I chase them away with a silver stick (Diogenes Laertius 6.4.5, on the philosopher Antisthenes)

Source

Greek Monolingual

διιτρεφής, -ές (Α)
διοτρεφής.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. διιτρεφής πιθ. αντί διειτρεφής < δι (F)ει, αρχ. δοτ. / τοπική του ονόμ. Ζευς (γεν. Διός) + -τρεφής < τρέφω (βλ. και διιπετής)].