αἰθὴρ δ᾽ ἐλαφραῖς πτερύγων ῥιπαῖς ὑποσυρίζει (Aeschylus, Prometheus Bound 126) → The bright air fanned | whistles and shrills with rapid beat of wings.
3ᵉ pl. pf. ion. de διοίχομαι.
διοίχηνται: Her. 3 л. pl. pf. к διοίχομαι.