διφρουργία

From LSJ

ὁ ναύτης ὁ ἐν τῇ νηῒ μένων βούλεται τοὺς τέτταρας φίλους ἰδεῖν → the sailor staying on the ship wants to see his four friends

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διφρουργία Medium diacritics: διφρουργία Low diacritics: διφρουργία Capitals: ΔΙΦΡΟΥΡΓΙΑ
Transliteration A: diphrourgía Transliteration B: diphrourgia Transliteration C: difrourgia Beta Code: difrourgi/a

English (LSJ)

η, (ἔργον) making chairs, Thphr. HP 3.10.1.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
fabricación de sillas χρήσιμον ... ξύλον ... εἰς διφρουργίαν Thphr.HP 3.10.1.

German (Pape)

[Seite 645] ἡ, das Wagenbauen, Theophr.

Greek (Liddell-Scott)

διφρουργία: ἡ, (*ἔργω) =διφροπηγία, Θεόφρ. Ι. Φ. 3. 10, 1.

Greek Monolingual

διφρουργία, η (Α)
κατασκευή δίφρου.