εξάγωνος

From LSJ

μή μοι θεοὺς καλοῦσα βουλεύου κακῶς· πειθαρχία γάρ ἐστι τῆς εὐπραξίας μήτηρ, γυνὴ Σωτῆρος· ὦδ᾽ ἔχει λόγος → When you invoke the gods, do not be ill-advised. For Obedience is the mother of Success, wife of Salvation—as the saying goes.

Source

Greek Monolingual

-η, -ο (AM ἑξάγωνος, -ον)
1. αυτός που έχει έξι γωνίες («ἑξάγωνόν τι κάτοπτρον»)
2. το ουδ. ως ουσ. το εξάγωνο
γεωμετρικό σχήμα με έξι πλευρές και έξι γωνίες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < εξα- < ἕξ (πρβλ. εξάγραμμα) + -γωνος < θ. γων.- της λ. γωνία (πρβλ. τρίγωνος, τετράγωνος κ.ά.)].