εὐθυγραμμικός

From LSJ

περὶ ἀλόγων γραμμῶν καὶ ναστῶν → on incommensurable lines and solids

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εὐθῠγραμμικός Medium diacritics: εὐθυγραμμικός Low diacritics: ευθυγραμμικός Capitals: ΕΥΘΥΓΡΑΜΜΙΚΟΣ
Transliteration A: euthygrammikós Transliteration B: euthygrammikos Transliteration C: efthygrammikos Beta Code: eu)qugrammiko/s

English (LSJ)

εὐθυγραμμική, εὐθυγραμμικόν, rectilinear, ἀριθμός Iamb. in Nic.p.56P. Adv. εὐθυγραμμικῶς, στίχος εὐθυγραμμικῶς ἐκκείμενος ib.p.96 P.

German (Pape)

[Seite 1070] ή, όν, die geradlinigen Figuren betreffend, Iambl.

Greek Monolingual

εὐθυγραμμικός, -ή, -όν (Α) ευθύγραμμος
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο ευθύγραμμο σχήμα, ο ευθύγραμμος.