Δέσποινα γὰρ γέροντι νυμφίῳ γυνή → Mulier fit domina sponso, simulac senuerit → Die Frau beherrscht, sobald er alt, den Bräutigam
ἡμιτύβιον, τὸ (Α)
1. λινό μαντήλι για τον λαιμό, χειρόμακτρο
2. μικρή πετσέτα, μικρό μάκτρον.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Πιθ. σύνθετο του ημι-, ενώ κατ' άλλη άποψη η λ. είναι αιγυπτ. δάνειο].