καλλιπαρθένιος

From LSJ

Ζῆλος γυναικὸς πάντα πυρπολεῖ δόμον → Der Neid (Hass) auf eine Frau verbrennt das ganze Haus → Die Eifersucht der Frau verbrennt das ganze Haus

Menander, Monostichoi, 195
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: καλλιπαρθένιος Medium diacritics: καλλιπαρθένιος Low diacritics: καλλιπαρθένιος Capitals: ΚΑΛΛΙΠΑΡΘΕΝΙΟΣ
Transliteration A: kalliparthénios Transliteration B: kalliparthenios Transliteration C: kalliparthenios Beta Code: kalliparqe/nios

English (LSJ)

later for καλλιπάρθενος.

Greek Monolingual

καλλιπαρθένιος, -ον (Α)
καλλιπάρθενος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < καλλ(ι)- + παρθέν-ιος (< παρθένος)].