τὰ δὲ πεπερασμένα πεπερασμενάκις ἀνάγκη πεπεράνθαι πάντα → and the product of a finite number of things taken in a finite number of ways must always be finite
καπρῶ, -άω (Α) κάπρος
1. (για θηλυκό γουρούνι) έχω ορμή για οχεία
2. είμαι ασελγής, έκφυλος («καπρῶσα γραῡς», Αριστοφ.).