κατυβρίζω

From LSJ

Πρόσεχε τῷ ὑποκειμένῳ ἢ τῇ ἐνεργείᾳ ἢ τῷ δόγματι ἢ τῷ σημαινομένῳ. → Look to the essence of a thing, whether it be a point of doctrine, of practice, or of interpretation.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κατυβρίζω Medium diacritics: κατυβρίζω Low diacritics: κατυβρίζω Capitals: ΚΑΤΥΒΡΙΖΩ
Transliteration A: katybrízō Transliteration B: katybrizō Transliteration C: katyvrizo Beta Code: katubri/zw

English (LSJ)

Ion. for καθυβρίζω.

Russian (Dvoretsky)

κατυβρίζω: ион. = καθυβρίζω.

Greek (Liddell-Scott)

κατυβρίζω: κατύπερθε, κατυπέρτερος, κατυπνόω, Ἰων. ἀντὶ καθ-.

Greek Monolingual

κατυβρίζω (Α)
ιων. τ. βλ. καθυβρίζω.

Greek Monotonic

κατυβρίζω: κατ-ύπερθε, κατ-υπέρτερος, κατ-υπνόω, Ιων. αντί καθ-.