κιαροσκούρο

From LSJ

ἄλογον δὴ τὸ μήτε μάχης ἄρξασθαι μήτε τοὺς φίλους φυλάξαι, ἐὰν ὑπό γε τῶν βαρβάρων ἀδικῆσθε → It is irrational neither to begin battle nor to guard the friends, if you are ever wronged by the foreigners

Source

Greek Monolingual

το
1. τεχνική στις εικαστικές τέχνες η οποία χρησιμοποιείται για την απόδοση του φωτός και της σκιάς ανεξάρτητα από τη χρήση χρώματος, η φωτοσκίαση
2. η εικόνα που γίνεται με αυτό τον τρόπο. [ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. chiaroscuro].