κογχοστάτης
From LSJ
Σαυτὸν φύλαττε τοῖς τροποῖς ἐλεύθερον → Te liberum ipse moribus praesta tuis → Bewahre deine Freiheit dir durch deine Art
Greek Monolingual
ο
ανθρωπολ. όργανο με το οποίο προσδιορίζεται η διεύθυνση του άξονα του κόγχου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κόγχη + -στάτης (< ασθενές θ. στă- του ἵστημι), πρβλ. ορθοστάτης, παραστάτης].