κόμαρι

From LSJ

ψυχῆς ἀγαθῆς πατρὶς ὁ ξύμπας κόσμος → the whole universe is the fatherland of a good soul

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κόμαρι Medium diacritics: κόμαρι Low diacritics: κόμαρι Capitals: ΚΟΜΑΡΙ
Transliteration A: kómari Transliteration B: komari Transliteration C: komari Beta Code: ko/mari

English (LSJ)

-εως, τό, red dye obtained from the root of Comarum palustre, PHolm.14.2, 5, al., Maria ap.Zos.Alch.p.155 B.:—also κόμμαρι, εως, τό, PHolm.13.37, 16.5, al.; κόμαρις and κώμαρις, ἡ, Anon.Alch.pp.351,9 B.; κόμαρον, τό, ib.p.350 B., PHolm.25.15.

Greek Monolingual

κόμαρι και κόμμαρι, -άρεως, τὸ (Α) κόμαρος
κόκκινο χρώμα που παρασκευάζεται από τη ρίζα του φυτού ψευδοκόμαρος ο έλειος.