οὔπω Ζεὺς αὐχένα λοξὸν ἔχει → Zeus has not yet turned his neck aside
[Seite 1493] ἡ, der Kopf, nur im compos. πρόκοττα, s. κοτίς.)
κόττα: κόττη, ἴδε ἐν λέξ. κοττίς.
(I)ηβλ. κότα. (II)κόττα, ἡ (Μ)επενδύτης, χλαίνη.[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. cotta].