μέγιστο

From LSJ

ὦ Θάνατε Θάνατε, νῦν μ' ἐπίσκεψαι μολών → o Death, Death, come now and lay your eyes on me | o death death, come now and look upon me

Source

Greek Monolingual

το (ΑM μέγιστον)
βλ. μέγιστος.
μαθημ. βλ. μέγιστος.