μιμωδός

From LSJ

ἡ γὰρ σιωπὴ τοῖς σοφοῖσιν ἀπόκρισιςsilence, you see, is an answer for the wise (Menander)

Source

Greek Monolingual

μιμῳδός, ὁ (Α)
αυτός που τραγουδούσε σε μίμους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μῖμος + -ῳδός (< ᾠδή), πρβλ. κιθαρωδός].